Sunday, June 24, 2007
Απόπειρα Μετάφρασης των Γερμανικών Διατάξεων ΙΔΔ
Δεύτερο ΚεφάλαιοΙδιωτικό Διεθνές Δίκαιο
Πρώτο Τμήμα
Παραπομπή
Άρθρο 3
Γενικές διατάξεις παραπομπής
(1) Σε πραγματικά περιστατικά με σύνδεση προς το δίκαιο αλλοδαπού κράτους, ορίζουν οι επόμενες διατάξεις ποιες έννομες τάξεις εφαρμόζονται (Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο). Παραπομπές σε ουσιαστικές διατάξεις αναφέρονται στους κανόνες δικαίου της ουσιαστικής έννομης τάξης, αποκλειομένων αυτών του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου.
(2) Ρυθμίσεις σε συμφωνίες δημοσίου διεθνούς δικαίου προηγούνται των διατάξεων του παρόντος νόμου, εφόσον αυτές έχουν καταστεί άμεσα εφαρμοστέο εσωτερικό δίκαιο.
Ρυθμίσεις σε πράξεις δικαίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων παραμένουν αμετάβλητες.
(3) Εφόσον παραπομπές του τρίτου και τετάρτου τμήματος υπάγουν την περιουσία προσώπου στο δίκαιο ενός κράτους, δεν αφορούν τα αντικείμενα, τα οποία δεν βρίσκονται σε αυτό το κράτος και σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους, στο οποίο βρίσκονται, υπόκεινται σε ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 4
Αναπαραπομπή και επιπαραπομπή, διάσπαση δικαίου
(1) Αν γίνεται παραπομπή στο δίκαιο ενός άλλου κράτους, τότε χρησιμοποιείται επίσης το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο αυτού, εφόσον δεν αντίκειται στο πνεύμα της παραπομπής. Αν το δίκαιο του άλλου κράτους αναπαραπέμπει στο Γερμανικό δίκαιο, τότε εφαρμόζονται οι Γερμανικές ουσιαστικές διατάξεις.
(2) Εφόσον τα μέρη μπορούν να επιλέξουν το δίκαιο ενός κράτους, μπορούν να παραπέμψουν μόνο στις ουσιαστικές διατάξεις αυτού.
(3) Αν γίνεται παραπομπή στο δίκαιο ενός κράτους με περισσότερες μερικές έννομες τάξεις, χωρίς να ορίζει αυτή τις καθοριστικές, τότε ορίζει το δίκαιο αυτού του κράτους,
ποια μερική έννομη τάξη εφαρμόζεται. Ελλείψει τέτοιας ρυθμίσεως, εφαρμόζεται η μερική έννομη τάξη με την οποία το πραγματικό περιστατικό είναι στενότερα συνδεδεμένο.
Άρθρο 5
Προσωπικό θέσμιο
(1) Αν γίνεται παραπομπή στο δίκαιο ενός κράτους, του οποίου ένα πρόσωπο φέρει την ιθαγένεια, και φέρει αυτό την ιθαγένεια περισσοτέρων κρατών, τότε εφαρμόζεται το δίκαιο εκείνου του κράτους εξ αυτών, με το οποίο το πρόσωπο είναι στενότερα συνδεδεμένο, ιδίως μέσω της συνήθους διαμονής του ή μέσω της πορείας του βίου του. Αν το πρόσωπο αυτό είναι και Γερμανός, τότε προηγείται αυτή η νομική κατάσταση.
(2) Αν ένα πρόσωπο είναι ανιθαγενές ή δεν μπορεί να διαπιστωθεί η ιθαγένειά του, τότε εφαρμόζεται το δίκαιο του κράτους, στο οποίο έχει αυτό τη συνήθη διαμονή του ή, ελλείψει τέτοιας, τη διαμονή του.
(3) Αν γίνεται παραπομπή στο δίκαιο του κράτους, στο οποίο ένα πρόσωπο έχει τη διαμονή του ή τη συνήθη διαμονή του, και μεταβάλλει ένα πρόσωπο που δεν έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα τη διαμονή του άνευ της βουλήσεως του νομικού αντιπροσώπου, μόνη αυτή η μεταβολή δεν οδηγεί σε εφαρμογή άλλου δικαίου.
Άρθρο 6
Δημόσια τάξη (ordre public)
Κανόνας δικαίου άλλου κράτους δεν εφαρμόζεται, αν η εφαρμογή του οδηγεί σε αποτέλεσμα, το οποίο είναι προφανώς ασυμβίβαστο με ουσιώδεις αρχές του Γερμανικού δικαίου. Ιδίως δεν εφαρμόζεται, αν η εφαρμογή είναι ασυμβίβαστη με τα θεμελιώδη δικαιώματα.
Δεύτερο Τμήμα
Δίκαιο των φυσικών προσώπων και των δικαιοπραξιών
Άρθρο 7
Ικανότητα δικαίου και δικαιοπρακτική ικανότητα
(1) Η ικανότητα δικαίου και η δικαιοπρακτική ικανότητα ενός προσώπου υπόκεινται στο δίκαιο του κράτους, του οποίου την ιθαγένεια φέρει το πρόσωπο. Αυτό ισχύει επίσης, όταν η δικαιοπρακτική ικανότητα διευρύνεται μέσω τέλεσης γάμου.
(2) Απάξ αποκτηθείσα η ικανότητα δικαίου ή η δικαιοπρακτική ικανότητα δεν ελαττώνεται μέσω κτήσης ή απώλειας της νομικής καταστάσεως ως Γερμανού.
Άρθρο 8
Δικαστική απαγόρευση
(Καταργήθηκε)
Άρθρο 9
Αφάνεια
Η αφάνεια, η διαπίστωση του θανάτου και του χρονικού σημείου του θανάτου, καθώς επίσης και τα τεκμήρια ζωής και θανάτου, υπόκεινται στο δίκαιο του κράτους, του οποίου ο άφαντος έφερε την ιθαγένεια στο τελευταίο χρονικό σημείο, στο οποίο σύμφωνα με τις υπάρχουσες ειδήσεις ζούσε ακόμα. Αν ο άφαντος έφερε σε αυτό το χρονικό σημείο την ιθαγένεια ενός ξένου κράτους, μπορεί σύμφωνα με το Γερμανικό δίκαιο να κηρυχθεί σε αφάνεια, αν υφίσταται έννομο συμφέρον προς αυτό.
Άρθρο 10
Όνομα
(1) Το όνομα ενός προσώπου υπόκειται στο δίκαιο του κράτους, του οποίου το πρόσωπο φέρει την ιθαγένεια.
(2) Οι σύζυγοι μπορούν με τη σύναψη του γάμου ή μετά τη σύναψη του γάμου να επιλέξουν ενώπιον του ληξιάρχου το όνομα που θα φέρουν στο μέλλον:
1. σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους, του οποίου την ιθαγένεια φέρουν οι σύζυγοι, κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, παρ. 1, ή
2. σύμφωνα με το Γερμανικό δίκαιο, αν ένας εξ αυτών έχει τη συνήθη του διαμονή στην ημεδαπή.
Οι μετά τη σύναψη του γάμου δοθείσες δηλώσεις, πρέπει να επικυρωθούν δημοσίως. Για τα αποτελέσματα της επιλογής στο όνομα τέκνου εφαρμόζεται σύμφωνα με το νόημά του το άρθρο 1617c του Αστικού Κώδικα.
(3) Ο έχων την φροντίδα μπορεί να ορίσει ενώπιον του ληξιάρχου, ότι τέκνο λαμβάνει το οικογενειακό όνομα:
1. σύμφωνα με το δίκαιο κράτους, του οποίου γονέας φέρει την ιθαγένεια, κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, παρ. 1,
2. σύμφωνα με το Γερμανικό δίκαιο, αν γονέας έχει τη συνήθη του διαμονή στην ημεδαπή, ή
3. σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους, του οποίου ένας εκ των παρεχόντων το όνομα φέρει την ιθαγένεια.
Οι μετά την πιστοποίηση της γέννησης δοθείσες δηλώσεις πρέπει να επικυρωθούν δημοσίως.
(4) (Καταργήθηκε)
[συνεχίζεται...]
Subscribe to:
Post Comments
(
Atom
)
No comments :
Post a Comment